Πηχεοκαρπική Άρθρωση
Τι είναι το σύνδρομο de Quervain;
Το σύνδρομο de Quervain ή στενωτική, είναι μια επώδυνη κατάσταση που επηρεάζει κάποιους από τους τένοντες του αντίχειρα. Χαρακτηρίζεται συχνά από πόνο και φλεγμονή στην περιοχή του καρπού στην προέκταση του αντίχειρα, κατά την προσπάθεια στροφής και σφιξίματος της παλάμης. Η εμφάνιση του συνδρόμου de Quervain σχετίζεται με ορμονικές αλλαγές (εγκυμοσύνη) αλλά και λόγω υπέρχρησης του αντίχειρα .
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Τα βασικά συμπτώματα του συνδρόμου περιλαμβάνουν:
- Πόνο στον αντίχειρα. (Αύξηση του πόνου κατά την έκταση του αντίχειρα)
- Ευαισθησία κατά την ψηλάφηση της βάσης του αντίχειρα.
- Οίδημα στη βάση του αντίχειρα όπου είναι και πιο έντονος ο πόνος.
- Ψηλαφητός κριγμός κατά τη κίνηση των τενόντων.
Ποιά είναι η κατάλληλη θεραπεία;
Σε ήπιες περιπτώσεις τα συμπτώματα μπορεί να υποχωρήσουν με συντηρητική θεραπεία.
Κατά το εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας συνιστάται η αποφυγή των δραστηριοτήτων που επιδεινώνουν τα συμπτώματα, όπου αυτό είναι δυνατό ενώ μερικές φορές η χρήση νάρθηκα για ακινητοποίηση του αντίχειρα και του καρπού μπορεί να συνδράμει σημαντικά την μείωση των συμπτωμάτων.
Η φυσιοθεραπευτική αποκατάσταση παίζει βασικό ρόλο στη θεραπεία του συνδρόμου. Για την διαχείρηση του πόνου και οιδήματος εξειδικευμένες θεραπευτικές μέθοδοι όπως T.e.c.a.r. , μέθοδος Iastm και
Laser Υψηλής Ισχύος μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά.
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δωθεί στην ενδυνάμωση των μυών και των τενόντων του καρπού και της παλάμης εφαρμόζοντας ειδικό πρόγραμμα ασκήσεων.
Η χειρουργική αποσυμπίεση του ελύτρου των τενόντων είναι η τελευταία λύση και επιλέγεται μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις όπου η συντηρητική αγωγή δεν είναι αποτελεσματική.
Τι είναι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα;
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μία συχνή πάθηση στην περιοχή του καρπού κατά την οποία το μέσο νεύρο του καρπού συμπιέζεται και προκαλεί μούδιασμα, πόνο και αδυναμία στην περιοχή της παλάμης και ειδικά στην περιοχή των τριών πρώτων δακτύλων του χεριού.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Η εμφάνιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, είναι συνήθως βαθμιαία. Το πρώτο σύμπτωμα εμφανίζεται ως ένα παροδικό μούδιασμα στον αντίχειρα, στον δείκτη και στο μέσο δάκτυλο με χαρακτηριστική την απώλεια μουδιάσματος στο μικρό δάχτυλο. Τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα έντονα κατά την συγκράτηση αντικειμένων στο χέρι (π.χ. τηλέφωνο ή ποτήρι νερό). Το σύνδρομο εντείνεται από τις επαναλαμβανόμενες καθημερινές κινήσεις του καρπού πχ σε χρήστες ηλεκτρονικού υπολογιστή, ή σε εργασίες με στερεότυπη επανάληψη κινήσεων των χεριών, χειρονάκτες, υπάλληλοι κοπής. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να οφείλεται σε παθήσεις όπως σακχαρώδης διαβήτης, ρευματοειδής αρθρίτιδα, υποθυρεοειδισμός ή και κάποιο παλαιό κάταγμα του καρπού.
Ποιά είναι η κατάλληλη θεραπεία;
Αν διαγνωστεί και αντιμετωπισθεί εγκαίρως, το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα μπορεί να υποχωρήσει με συντηριτική θεραπεία.
Αν είναι γνωστή η αιτία που προκάλεσε το σύνδρομο, όπως κάποια χειρονακτική δραστηριότητα, με την παύση της ή με την κατάλληλη τροποποίηση της ενδέχεται να σταματήσει η εξέλιξη και να υποχωρήσουν τα συμπτώματα.
Κατά το εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας τεχνικές stretching, στοχευμένη ενδυνάμωσης καθώς και τεχνικές όπως: IASTM, Laser Υψηλής Ισχύος, TECAR, Θεραπεία βαθείας κρούσης μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά.
Τι είναι η ρήξη τρίγωνου χόνδρου;
Η ρήξη τρίγωνου χόνδρου αποτελεί έναν συχνό τραυματισμό των αθλητικών πληθυσμών ο οποίος συνήθως συμβαίνει μετά από πτώση και στήριξη στο χέρι ή λόγω υπέρχρησης (αθλητές πολεμικών τεχνών, τένις, κλπ). Η ρήξη τρίγωνου χόνδρου αποτελεί το συχνότερο αίτιο πόνου του έξω τμήματος του καρπού.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Τα τυπικά συμπτώματα είναι πόνος στο ωλένιο έξω χείλος, ο οποίος επιδεινώνεται σε θέσεις που αναπαράγουν το μηχανισμό του τραυματισμού, αλλά και οίδημα (πρήξιμο). Αρκετά συχνά ο ασθενής αναφέρει έντονο πόνο κατά το άνοιγμα ενός βάζου ή μπουκαλιού. μπορεί να προκαλούν πόνο. Η συνύπαρξη αισθήματος κριγμού κατά τη μετακίνηση του καρπού μπορεί να είναι επίσης ένα απο τα συμπτώματα τραυματισμού του τρίγωνου χόνδρου.
Ποιά είναι η κατάλληλη θεραπεία;
Για μία σωστή θεραπευτική προσέγγιση απαιτείται πλήρης κλινική εξέταση και λήψη λεπτομερούς ιστορικού. Οι απλές ακτινογραφίες δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν τη βλάβη και μαγνητική τομογραφία θεωρείται εξέταση εκλογής που θα δώσει ευκρινέστερη εικόνα.
Τα περισσότερα περιστατικά είναι λόγω εκφυλισμών και αντιμετωπίζονται αρχικά συντηρητικά, με αναλγητικά φάρμακα, ανάπαυση της πηχεοκαρπικής άρθρωσης σε νάρθηκα για διάστημα περίπου 6 εβδομάδων, και εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας. Εξειδικευμένες θεραπείες όπως Laser Υψηλής Ισχύος, θεραπεία Tecar, μέθοδος Iastm και κρυοπρεσσοθεραπεία μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην γρήγορη επούλωση του τραυματισμού καθώς και στην διαχείριση του πόνου. Σε ρήξεις που συνεχίζουν να προκαλούν πόνο τότε συστήνεται χειρουργική θεραπεία.
Τί είναι το σύνδρομο Dupuytren;
Το σύνδρομο Dupuytren είναι μια πάθηση της άκρας χείρας όπου τα δάκτυλα κάμπτονται και το δέρμα της παλάμης σκληραίνει, εμποδίζοντας τον ασθενή να κάνει έκταση των δακτύλων. Η κάμψη αυτή συμβαίνει κάτω από τον υποδόριο ιστό στην παλαμιαία απονεύρωση η οποία ρικνώνεται παρασύροντας μαζί της το δέρμα το οποίο πτύχεται. Τα αίτια εμφάνισης της νόσου Dupuytren δεν είναι σαφή, ενώ σε καμία περίπτωση δεν οφείλεται σε τραυματισμό ή κάκωση του πάσχοντος χεριού.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Από τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα της νόσου αποτελεί η εμφάνιση εξογκώματος στην παλάμη. Κατά τα πρώτα στάδια της νόσου, το οζίδιο αυτό δεν προκαλεί πόνο και δεν επηρεάζει με κάποιο τρόπο τον ασθενή. Με την πάροδο του χρόνου, η διόγκωση αναπτύσσεται σταδιακά κατά μήκος της παλάμη και των δακτύλων. Αρκετά συχνά η σκλήρυνση παίρνει τη μορφή μίας «χορδής» εσωτερικά του δέρματος, προσομοιάζοντας πολύ σε τένοντα.
Όταν η σκλήρυνση φτάσει στο δάκτυλο, τότε εξαιτίας της ρίκνωσης της απονεύρωσης το δάκτυλο παραμένει σε κάμψη και ο ασθενής ξεκινάει να αντιμετωπίζει δυσκολία στις καθημερινές δραστηριότητες.
Ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία;
Η θεραπεία της νόσου στα πρώιμα στάδια είναι συντηρητική θεραπεία με αντιμετώπιση μόνο των συμπτωμάτων του πόνου και διατήρηση της μέγιστης δυνατής κινητικότητας. Ο ασθενής ξεκινάει ακολουθώντας εξειδικευμένο πρόγραμμα κινησιοθεραπείας εφόσον η κάμψη των δακτύλων δεν ξεπερνά τις 30 μοίρες μεταξύ εγγύς φάλαγγας και μετακαρπίου.
Τί είναι ο εκτινασσόμενος δάκτυλος;
Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος (trigger finger) είναι μία πάθηση στην οποία η κινητικότητα ενός δακτύλου γίνεται δύσκολη, με τυπικό χαρακτηριστικό το δάκτυλο να παραμένει «κλειδωμένο» σε κάμψη. Η πάθηση έχει ονομαστεί έτσι, καθώς κατά την προσπάθεια έκτασης του δακτύλου από τη θέση της κάμψης, αυτό εκτινάσσεται σαν σκανδάλη. Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος συνιστάται στην παρουσία επώδυνου φαινομένου αναπήδησης, το οποίο προκαλείται όταν ένας καμπτήρας τένοντας διέρχεται από έναν στενό δακτυλιοειδή σύνδεσμο. Η αναπήδηση μπορεί να συμβεί κατά την κάμψη ή την έκταση του δακτύλου ή και στις δύο κινήσεις και παρουσιάζεται συνήθως στον αντίχειρα, στο μέσο και το παράμεσο δάκτυλο.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Στα τυπικά συμπτώματα συγκαταλέγονται ο πόνος στην βάση του δακτύλου ο οποίος επιδεινώνεται με την άσκηση πίεσης πάνω σε αυτήν ενώ τυπικό είναι και το μπλοκάρισμα ενώ είναι σε κάμψη δίχως να υπάρχει δυνατότητα ενεργητικής έκτασης αυτού. Σπανιότερα καταγράφεται ”κλείδωμα” του δακτύλου (κυρίως στον αντίχειρα) στην έκταση το οποίο αδυνατεί να έρθει ενεργητικά σε κάμψη.
Ποια η κατάλληλη θεραπεία;
Σε πρώιμα στάδια της πάθησης και όταν ακόμη τα συμπτώματα είναι ήπια, συνίσταται η συντηρητική θεραπεία, η οποία μπορεί να συμπεριλάβει φαρμακευτική αγωγή, ανάπαυσης και εξειδικευμένου προγράμματος φυσικοθεραπείας στο οποίο ακολουθείται πρόγραμμα ειδικών ασκήσεων ενδυνάμωσης και κινητοποίησης και άλλων ειδικών τεχνικών θεραπείας.
Τί είναι;
Η άρθρωση του αντίχειρα (καρπομετακάρπια) είναι υπεύθυνη για την δυνατότητα του αντίχειρα να κινείται αντίθετα από τα υπόλοιπα δάκτυλα και να συνεργάζεται με αυτά προκειμένου να εκτελεστούν όλες οι σύνθετες κινήσεις του χεριού. Η αρθρίτιδα του αντίχειρα αποτελεί μία απο τα συχνότερα είδη αρθρίτιδας του χεριού. Λόγω της χρηστικότητάς της, η άρθρωση φθείρεται σημαντικά, προκαλώντας πόνο και δυσκολία στην καθημερινότητα του ασθενή.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Τα συμπτώματα της αρθρίτιδας της άρθρωσης του αντίχειρα είναι επώδυνα και επίμονα, δημιουργώντας σημαντικούς περιορισμούς στις καθημερινές δραστηριότητες του ασθενούς.
Στα πρώτα στάδια της νόσου αναφέρεται τοπική ευαισθησία και οίδημα στη βάση του αντίχειρα η οποία επιδεινώνεται κατά την προσπάθεια λήψης αντικειμένων. Προοδευτικά ο πόνος γίνεται μόνιμος και δημιουργεί μεγαλύτερους κινητικούς περιορισμούς. Οι καιρικές μεταβολές τείνουν να επιδεινώνουν τα συμπτώματα, ενώ συχνά αναφέρεται και η συνύπαρξη νυκτερινού πόνου. Καθώς η νόσος εξελίσσεται εμφανίζεται σοβαρή δυσλειτουργία στη χρήση του χεριού, επακόλουθο της δυσκαμψίας και του πόνου. Χαρακτηριστική είναι η αδυναμία χρήσης του χεριού σε απλές καθημερινές δραστηριότητες καθώς και οι συχνές πτώσεις αντικειμένων. Σε προχωρημένο στάδιο συνοδό χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι και ο νυκτερινός πόνος. Όταν πλέον η νόσος έχει εξελιχθεί είναι έκδηλα ορατή η παραμόρφωση της περιοχής, με τον αντίχειρα να είναι σε υπεξάρθρημα.
Ποια η κατάλληλη θεραπεία;
Ανεξαρτήτως του επιπέδου της νόσου η συντηρητική θεραπεία συνίσταται.Ο ασθενής εντάσεται σε ένα εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας το οποίο περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης και ενίσχυσης της κινητικότητας του άκρου καθώς και πληθώρα άλλων εξειδικευμένων μεθόδων και τεχνικών που μπορούν να επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου καθώς και την σημαντική βελτίωση της.
Τί είναι η γαγγλιακή κύστη;
Η γαγγλιακή κύστη γνωστό και ως γάγγλιο αποτελεί την συχνότερη καλοήθη κλινική οντότητα η οποία αφορά στην περιοχή του καρπού. Το γάγγλιο είναι ένας σάκκος υγρών (κύστη) που προέρχονται από την παρακείμενη άρθρωση ή τενόντιο έλυτρο του καρπού και του χεριού.
Το μέγεθος της κύστης μπορεί να μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου και την δραστηριότητα του ατόμου (χειρονακτική εργασία). Μπορεί να εμφανίζεται και σε άλλα μέρη, όπως τα δάκτυλα του χεριού, το πόδι και το γόνατο. Η αιτιολογία του νοσήματος δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως μέχρι σήμερα. Εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα που έχουν χειρονακτική δραστηριότητα αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε ανθρώπους που δεν καταπονούν ιδιαίτερα τα άκρα τους. Σε ασθενείς που πάσχουν από αυτοάνοσα νοσήματα (ρευματοειδής αρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα), τα ποσοστά εμφάνισης του γαγγλίου είναι υψηλότερα σε σύγκριση με τον μέσο όρο.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Τα γάγγλια είναι δυνατόν να επηρεάζουν την κίνηση των παρακειμένων αρθρώσεων ή να προκαλούν πόνο από πίεση των παρακειμένων μαλακών μορίων και πολύ συχνά μεγάλου μεγέθους γάγγλια δεν είναι ανεκτά από αισθητικής πλευράς. Όταν αυτά εμφανίζονται στην περιοχή της τελικής φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης δεν είναι σπάνιο να προκαλέσουν μέχρι παραμόρφωση του νυχιού. Γάγγλια που προέρχονται από τα τενόντια έλυτρα στη βάση των δακτύλων, συχνά προκαλούν πόνο ιδίως στην κίνηση συγκράτησης αντικειμένων.
Ποια η κατάλληλη θεραπεία;
Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει συνήθως ανάπαυση του χεριού και αποφυγή άρσης βάρους για χρονική περίοδο 20-30 ημερών. Το γεγονός αυτό μπορεί να περιορίσει το μέγεθος της κύστης. Σε συνδυασμό με εξειδεικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας μπορούν να μειωθούν σημαντικά τα συμπτώματα καθώς και να επιταχυνθεί σημαντικά ο χρόνος επούλωσης.
Τί είναι η οστεοαρθρίτιδα της πηχεοκαρπικής άρθρωσης;
Ο καρπός του ανθρώπου αποτελείται από 8 οστά, τα οποία είναι τοποθετημένα σε δύο σειρές. Η πρώτη σειρά περιλαμβάνει τα σκαφοειδές, μηνοειδές, πυραμοειδές και πισοειδές οστά και η δεύτερη το μείζων και έλασσον πολύγωνο, το κεφαλωτό και το αγκιστρωτό. Η σωστή λειτουργία του καρπού εξαρτάται από την σταθερή και αρμονική σχέση των οσταρίων αυτών του καρπού μεταξύ τους, η οποία εξασφαλίζεται από την παρουσία ισχυρών συνδέσμων που συγκρατούν το οστά μεταξύ τους. Η οποιαδήποτε διαταραχή αυτής της σχέσης οδηγεί σε φθορά των αρθρικών επιφανειών και ως συνέπεια την εμφάνιση αρθρίτιδας.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Αρχικό σύμπτωμα είναι ο πόνος. Με την εξέλιξη της αρθρίτιδας ο πόνος αυξάνεται και σε απλές δραστηριότητες. Σταδιακά εγκαθίσταται και περιορισμός στην κίνηση. Η νυκτερινή επιδείνωση είναι χαρακτηριστικό των βαρειών μορφών αρθρίτιδας.
Ποια η κατάλληλη θεραπεία;
Η θεραπεία εξαρτάται από την αιτιολογία, τον εντοπισμό, και τον βαθμό της φθοράς. Αρχικού επιπέδου αρθρίτιδες αντιμετωπίζονται ως επί το πλείστον συντηρητικά με ακινητοποίηση με νάρθηκα, αντιφλεγμονώδη και εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσιοθεραπείας. Eξειδικευμένες θεραπευτικές τεχνικές και μέθοδοι όπως θεραπεία Tecar, Laser Υψηλής Ισχύος, ειδικές τεχνικές κινεσιοπερίδεσης κ.α. μπορούν επιταχύνουν σημαντικά τον χρόνο αποκατάστασης καθώς και την σημαντική και αποτελεσματική μείωση του πόνου και της φλεγμονής.
Τί είναι η πάρεση του κερκιδικού νεύρου;
Κατά την διάρκεια της ζωής μας όλοι έχουμε νιώσει να ξυπνάμε στη μέση της νύχτας, προσπαθώντας να κινήσουμε το φαινομενικά «παράλυτο» χέρι μας, χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται. Παρότι στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων η λειτουργικότητα του χεριού επανέρχεται, υπάρχουν φορές που αυτό δεν είναι δυνατόν καθώς το κερκιδικό νεύρο στην εσωτερική πλευρά του πήχη έχει υποστεί τραυματιστεί από την πολύωρη συμπίεση. Η πάθηση αναφέρεται επίσης και ως «πάρεση του μήνα του μέλιτος», καθώς συχνά τα ερωτευμένα ζευγάρια που νιώθουν την ανάγκη να κοιμούνται αγκαλιά επιλέγουν συχνά στάσεις ύπνου που πιέζουν το κερκιδικό νεύρο.
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
Εάν παρουσιαστεί πάρεση, δηλαδή προσωρινή παράλυση του κερκιδικού νεύρου εξαιτίας αυτών των αιτιών τα συμπτώματα που μπορεί να εμφανίσει ο ασθενής είναι μυϊκή αδυναμία και πτώση του καρπού όταν η παλάμη είναι γυρισμένη προς τα κάτω καθώς και μούδιασμα στη ραχιαία επιφάνεια του αντίχειρα.
Αν αυτά τα συμπτώματα δεν υποχωρήσουν εντός ολίγων λεπτών αλλά εμμένουν, ο ασθενής πρέπει να ζητήσει ιατρική συμβουλή για την αντιμετώπιση της πάθησης. Καθώς η πάρεση του κερκιδικού νεύρου μπορεί να προκληθεί και από σοβαρότερες αιτίες, όπως από κάταγμα στη σπονδυλική στήλη στην περιοχή του αυχένα, από τραυματισμό του βραχιονίου πλέγματος στη μασχάλη, από κάταγμα του βραχιονίου ή ακόμα και από παρουσία κάποιου όγκου στην περιοχή είναι απαραίτητη η έγκαιρη διάγνωση από τον ιατρό.
Ποια η κατάλληλη θεραπεία;
Η θεραπεία εξαρτάται από την αιτιολογία, τον σαφή εντοπισμό του προβλήματος καθώς και του βαθμού της φθοράς. Μία πάρεση αντιμετωπίζεται ως επί το πλείστον συντηρητικά με εξειδικευμένο πρόγραμμα φυσιοθεραπείας. Eξειδικευμένες θεραπευτικές τεχνικές και μέθοδοι όπως θεραπεία Tecar, Laser Υψηλής Ισχύος, ειδικές τεχνικές κινεσιοπερίδεσης κ.α. μπορούν επιταχύνουν σημαντικά τον χρόνο αποκατάστασης καθώς και την σημαντική και αποτελεσματική διαχείριση των συμπτωμάτων.